Ο χρυσός και το Μάρμαρο
Λέει ο χρυσός στο μάρμαρο:
Στα πέρατα του κόσμου ποιος ήλιος λάμπει σαν κι εμέ;
Ποιο φώς έχει το φώς μου;
Εγώ τον κόσμο κυβερνώ, την ευτυχία υφαίνω,
Ποδοπατώ την ομορφιά, την ασχημιά ομορφαίνω.
Εγώ ακονίζω του φονιά το δίκοπο μαχαίρι,
Εγώ οδηγώ στα σκοτεινά του κλέφτη μου το χέρι,
Εγώ αγοράζω την τιμή και την πουλώ στο δρόμο,
Ποδοπατώ την αρετή, καταπατώ το Νόμο.
Περίσσιες είναι οι χάρες μου κι η δύναμή μου μόνη,
Γκρεμίζει θρόνους απ’ εδώ , θρόνους εκεί στυλώνει.
Εσύ τι κάνεις μάρμαρο;
Και τ’ απεκρίθη εκείνο
«Εγώ σε τάφου σκοτεινιά, τη δύναμή σου κλείνω».